Dictionary
Greek - English
Greek-English Translations Between verticality - vesicle (Letter “V”)
- καθετότητα
- καθήκοντά
- καθομιλουμένη
- κακόβουλη
- κακολογώ
- κακοποιός
- κάνει εμετό
- κάνω εμετό
- καπλαμά
- καπλαμάς
- καταξίωσον
- καταπράσινο
- κατατροπώσουν
- κατάφυτη
- κατάφυτη
- κατέστησαν
- κατοχύρωσης
- καυχώμαι
- κενά
- κενές θέσεις
- κενή
- κενή θέση
- κενός περιεχομένου
- κενότητα
- κενοτόπια
- κενοτοπιώδες
- κενοτοπίωση
- κενού
- κιρσοί
- κιρσούς
- κλίση
- κοιλάδα
- κοιλάδες
- κοίλη
- κοιλία
- κοιλιακά
- κοιλίας
- κοινοπραξίας
- κολπική
- κολπίτιδα
- κορυφές
- κορυφές
- κουπόνι
- κουτί
- κρέας ελαφιού
- κτηνιατρική
- κτηνίατρος
- κυλούσαν
- κυνηγετικά
- κύστη
- Translate.com
- Dictionaries
- Greek-English
- verticality - vesicle