Dictionary
Greek - English
Greek-English Translations Between unusual - unstratified (Letter “U”)
- ασυνήθιστο
- ασύχναστος
- ασφαλισμένη
- ασφαλιστής
- ασχήμια
- άσχημο
- άτακτη
- ατάραχος
- ατίθασα
- ατυχής
- άτυχος
- ατυχώς
- αφαιρώ το βούλωμα
- άφρονες
- αφύλακτα
- αφύσικη
- αχαλίνωτη
- άχαρη
- αχάριστη
- αχάριστο
- αχινός
- αχρεώστητη
- αχρεωστήτως
- αχρησιμοποίητα
- άχρηστο
- άψητο
- άψογη
- άψογη
- βαθύ γαλάζιο
- βαφές
- βγάλει από το αδιέξοδο
- βραχίονας από κάτω
- γδύνομαι
- γενναιόδωρη
- γίνει δεκτή
- γλοιώδης
- γραφείο, μεγάλο εξώπορτα
- δεν είναι δυνατή η
- δεν επηρεάζεται
- δεν έχουν κλείσει
- δῆλος
- δηλωθείς
- διαιτησία
- διαιτητές
- διαιτητής
- διακοπή αναμονής
- διακριτικές
- διαλυτικά
- διαπίστωση ότι είναι απίθανο
- διαστρωματωμένη
- Translate.com
- Dictionaries
- Greek-English
- unusual - unstratified