Dictionary
Greek - English
Greek-English Translations Between trimming - tattered (Letter “T”)
- κλάδεμα
- κλαδί
- κλέβω
- κλέφτες
- κλέφτης
- κλέφτικα
- κλεψιά
- κληματίδα
- κλικ σε
- κλίση
- κλίση
- κλίση
- κλομπ
- κλοπή
- κλωστοϋφαντουργίας
- κνήμες
- κνήμης
- κνημιαία
- κοιλοδοκούς
- κοινότοπα
- κοινοτοπία
- κοινότυπος
- κοιτάμε
- κοκκώδες tnt βιομηχανικών ποικιλιών
- κόλαξ
- κολλώδης
- κολοβός
- κομίστρου
- κόνδυλος
- κονιορτοποιήστε
- κονσέρβες
- κοπανίζω
- κοπιώδης
- κορίνες
- κορμοί
- κορμός
- κορμός
- κορνάρω
- κορυφή
- κορυφολόγημα
- κοσμίως
- κουβάρι
- κουδουνίστρες
- κουρά
- κούραση
- κουρασμένος
- κουραστική
- κουραστικό
- κουραστικό
- κουρελιασμένη
- Translate.com
- Dictionaries
- Greek-English
- trimming - tattered