Dictionary
Greek - English
Greek-English Translations Between leaning - lackeys (Letter “L”)
- κλίνει
- κλοπή
- κλπ
- κοίτα
- κοίταξε
- κοίτασμα
- κολάν
- κολαν εκρου
- κόπωση
- κορακίστικα
- κορδόνι
- κορίτσι
- κορυδαλλός
- κοσμήματα
- κουτάλα
- κουτάλα
- κουτσός
- κοφτή
- κρέμαμαι
- κρίνοι
- κρίνος
- κυκλόπτερου
- κυρία
- κυρίες
- κύριο θέμα
- κυριολεκτικά
- κυριολεξία
- λα
- λάβα
- λάβαρο
- λάβδανο
- λάβδανο
- λαβραδορίτης
- λαβύρινθος
- λάγνος
- λαγόφθαλμος
- λαζάρ
- λαζαρέτο
- λαζαριστών
- λάζουλι
- λαϊκές παραδόσεις
- λαϊκοί
- λαϊκός
- λαϊκός
- λαϊκούς
- λαίλαπα
- λαϊονισμό
- λάκα
- λακεδαιμόνιος
- λακέδες
- Translate.com
- Dictionaries
- Greek-English
- leaning - lackeys