Dictionary
Greek - English
Greek-English Translations Between leaded - legislative (Letter “L”)
- μολυβδούχος
- μοναξιά
- μοναξιά
- μοναστηριού των λάμα
- μοναχικό
- μοναχικός
- μονόπλευρη
- μουρούνα
- μουσείο του λούβρου
- μουσμουλιά
- μόχλευση
- μοχλός
- μπανιέρα
- μπομπίνας
- μπω
- μύραινα
- νανούρισμα
- ναυαγοσωστική λέμβος
- νεκρικοί
- νες αναγνωρίζονται
- νηνεμία
- νηστίσιμες
- νοικοκυρὲς
- νομικά
- νομικά
- νόμιμες
- νόμιμη
- νόμιμο
- νόμιμο
- νομιμοποιείται
- νομιμοποιηθεί
- νομιμοποιηθεί
- νομιμοποιήσει
- νομιμοποιήσει
- νομιμοποιήσει
- νομιμοποίηση
- νομιμοποίηση
- νομιμοποίηση
- νομιμοποιώντας
- νομιμότητα
- νομιμότητα
- νομίμως
- νομοθεσία
- νομοθέτης
- νομοθέτης
- νομοθέτησε
- νομοθέτηση
- νομοθετικά
- νομοθετικές
- νομοθετική
- Translate.com
- Dictionaries
- Greek-English
- leaded - legislative