Dictionary
Greek - English
Greek-English Translations Between inhumanly - infidel (Letter “I”)
- απάνθρωπα
- απάνθρωπη
- απανθρωπιά
- απαράβατες
- απαράβατη
- απαραβίαστα
- απαραβίαστο
- απαράγραπτα
- απαράγραπτου
- απαράδεκτη
- απαραδέκτου
- απαραίτητη
- απαραίτητου
- απαρέμφαρο
- απαρέμφατο
- απαρηγόρητο
- απατεώνας
- απατηλή
- απατηλός
- απειθαρχία
- απείθαρχου
- απεικονίζουν
- απεικόνισης
- απειρία
- απειρία
- άπειρο
- άπειρο
- άπειρο
- απειροελάχιστα
- απειροελάχιστο
- άπειροι
- άπειρος
- απείρως
- απέραντο
- απεραντοσύνη
- απερίγραπτα
- απερίγραπτη
- απεριόριστα
- απερίσκεπτος
- απήγγειλα
- απίθανο
- απίθανο
- απιθανότητα
- απίστευτα
- απίστευτα
- απίστευτο
- απίστευτο
- απιστία
- απιστίες
- άπιστος
- Translate.com
- Dictionaries
- Greek-English
- inhumanly - infidel