Dictionary
Greek - English
Greek-English Translations Between impassible - innumerable (Letter “I”)
- αναίσθητος
- αναίσθητος
- ανάκλησης
- ανακρίβεια
- ανακρίβεια
- ανακρίβειας
- ανακρίβειες
- ανακριβείς
- ανακριβής
- ανακριβώς
- ανακρίνουν
- ανακρίσεις
- ανάκριση
- ανάκριση
- ανακριτής
- ανακριτικές
- ανακριτικού
- αναλαμβάνοντας
- ανάληψη
- αναλλοίωτες
- αναλφάβητες
- αναλφάβητοι
- ἀνάμνησίς
- αναμφισβήτητα
- αναμφισβήτητη
- αναπηρίας
- αναπηρίας
- αναπόσπαστο
- αναποτελεσματικά
- αναποτελεσματικά
- αναποτελεσματική
- αναποτελεσματική
- αναποτελεσματική
- αναποτελεσματικότητα
- αναποτελεσματικότητα
- αναποτελεσματικότητας
- αναπότρεπτη
- αναποφάσιστη
- αναποφασιστικότητα
- αναποφασιστικότητα
- αναποφασιστικότητα
- αναποφάσιστοι
- αναποφάσιστος
- αναπόφευκτα
- αναπόφευκτα
- αναπόφευκτη
- αναπόφευκτη
- αναπόφευκτο
- αναπόφευκτο
- αναρίθμητες
- Translate.com
- Dictionaries
- Greek-English
- impassible - innumerable