Dictionary
Greek - English
Greek-English Translations Between disavowal - distantly (Letter “D”)
- αποκήρυξη
- αποκήρυξη του υπερδραστήριου
- αποκλειόµενα
- αποκλείονται
- αποκλείσει
- αποκλεισμός
- αποκλεισμού
- αποκλειστεί
- αποκλήρωση
- αποκληρώσουν
- αποκλίνει
- αποκλίνουν
- αποκλίνουν
- αποκλίνουσα
- αποκλίνουσες
- αποκλίνουσες
- αποκλίνουσες
- αποκλίσεων
- απόκλιση
- απόκλιση
- απόκλιση
- απόκλισης
- αποκοιμηθώ
- αποκόλληση
- αποκόλλησης
- αποκρίσιμο
- αποκρυπτογραφηθεί
- αποκρυπτογραφήσει
- αποκρυπτογράφηση
- αποκρυπτογράφηση
- αποκρυπτογράφος
- αποκρύψει
- απόκρυψη
- απόκρυψη
- αποκτηνώνω
- απόλαυση
- απολαυστικός
- απολέπιση
- απολεπιστικό
- απολλώ
- απολυμαίνονται
- απολύμανση
- απολύμανση
- απολύμανση
- απολυμαντικό
- απόλυση
- απολύτως
- απολύω
- απομαγνητισμό
- απόμακρα
- Translate.com
- Dictionaries
- Greek-English
- disavowal - distantly