Dictionary
Greek - English
Greek-English Translations Between determined - depositor (Letter “D”)
- καθορίζεται
- καθορίσιμα
- καθοριστική
- καθοριστική
- καθοριστικός παράγοντας
- καθού
- καθυστερημένη
- καθυστερημένος
- καθυστερήσεις
- καθυστερήσεων
- καθυστέρηση
- καθυστέρηση
- και
- κακή
- κακοενδεδυμένος
- κακόφημο
- κακόφημος
- καλά
- καλέσατε
- καλέσατε
- καλυμμένο δια θόλου
- κάλυψη
- κάνει
- κανονικά
- κάνουμε
- κάνουμε να εγκαταλείψει
- κάνουνκαι
- κασία
- κατά παρέκκλιση
- κατά τη διάρκεια
- καταβροχθίζοντας
- καταβρόχθισε
- καταβροχθίσει
- καταγγείλει
- καταγγελία
- καταγγελία
- καταγγέλλοντας
- καταδέχεται
- καταδέχομαι
- καταδέχτηκε
- καταδικασμένη
- καταδικαστικά
- καταδίκη
- καταδολίευση
- καταδύσεις
- καταδύσεις
- κατάθεση
- κατάθεση
- κατάθεσης
- καταθέτη
- Translate.com
- Dictionaries
- Greek-English
- determined - depositor