Dictionary
Greek - English
Greek-English Translations Between deserve - despairing (Letter “D”)
- αξίζουν
- αξιοθρήνητη
- αξιοκαταφρόνητα
- αξιόπιστη
- αξιοπρέπεια
- αξιοπρεπή
- αξιοπρεπής
- άξιους
- αξιωματούχο
- αξιωματούχοι
- απαγορεύοντας
- απαγόρευση
- απαγόρευση απόπλου
- απαισιόδοξους
- απαίσιος
- απαίτησε
- απαιτητική
- απαιτητικό
- απαλά
- απαλλαγή
- απαλλαγή
- απαλλακτικός
- απαλλάξει από
- απαλοιφή διπλοτύπων
- απαξία
- απαξιωθεί
- απαξίωση
- απαρηγόρητη
- απασβεστωμένες
- απασβέστωση
- απασβέστωσης
- απατεώνας
- απάτη
- απατηλά
- απεγνωσμένα
- απεθνικοποιώ ό
- απειθώ
- απεικονίζεται
- απεικονίζουν
- απεικόνιση
- απειλητικά
- απελαθεί
- απέλαση
- απέλαση
- απέλαση
- απελπισία
- απελπισία
- απελπισίας
- απελπισμένος
- απελπισμένος
- Translate.com
- Dictionaries
- Greek-English
- deserve - despairing