Dictionary
Greek - English
Greek-English Translations Between deluding - dirtied (Letter “D”)
- κοροϊδεύαμε
- κοροϊδευτικό
- κοροϊδεύω
- κορόμηλο
- κοσμητεία
- κοσμητεία
- κούκλα
- κουκλίτσα
- κουνάμε
- κουνιέμαι
- κουρτίνες
- κουφέτα
- κρανιά
- κρατιόταν
- κρεμάμενος
- κρέμασμα
- κρεμαστή γέφυρα
- κρίνουν
- κρυστάλινες
- κυανίου
- κυβισμός
- κυνηγότοπο
- κυνόδοντας
- κυριαρχείται
- κυρίαρχες
- κυριαρχία
- κυριαρχία
- κυριαρχία
- κυριαρχούν
- κυριαρχούν
- κωλυσιεργούμε
- κωστιάνη
- κωφών
- κώφωση
- λακκάκι
- λασποσκαλίδρα
- λατρευτικά
- λεβέντη
- λεηλασία
- λεηλασιών
- λεηλατώ
- λειπόμενον
- λέμβο
- λεξικά
- λεξικό
- λεπτή
- λεπτομέρεια
- λεπτομερείς
- λεπτότητα
- λερωμένη
- Translate.com
- Dictionaries
- Greek-English
- deluding - dirtied