Dictionary
Greek - English
Greek-English Translations Between cow - causation (Letter “C”)
- αγελάδα
- αγελάδες
- αγένεια
- αγένεια
- άγιο μύρο
- αγιοποιήθηκε
- αγιοποίηση
- αγκαλιά
- αγκαλιά
- αγκαλιά
- αγκαλιάζω
- αγνότητα
- αγριαγκινάρα
- αγροίκος
- αγροτική
- αγυρτεία
- αγυρτεία
- αγωγή του πολίτη
- αγώγιμο
- αγωγιμότητα
- αγωγιμότητας
- αγωγιμότητας
- αγωγός
- αγωνιζόμενος
- αγωνίστρια
- αδελφότητα
- αδενικό
- αδέξια
- αδέξια
- αδεξιότητα
- αδιάκοπη
- αδιάφορα
- αειφανείς
- αειφόρο
- αθλήτρια του κανόε
- αθροιστική
- αθώωσή
- αιγόκερως
- αιγοπροβάτων
- αιδημοσύνη
- αιδιοθυλάκιο
- αινιγματικά μηνύματα
- αινιγματικός
- αισχροκερδής μπάσταρδος
- αιτία
- αιτιολογικά
- αιτιολογικοί
- αιτιώδης
- αιτιωδησ συναφεια
- αιτιωδησ συναφεια
- Translate.com
- Dictionaries
- Greek-English
- cow - causation