Dictionary
Greek - English
Greek-English Translations Between cleansed - calvinist (Letter “C”)
- καθαριστεί
- καθαριστικό
- καθαριστικό
- καθαρίστριες
- καθαρός
- καθαρότητα
- κάθαρση
- καθαρτικό
- καθεδρικός ναός
- καθετήρα
- καθετηριασμό
- καθιερώνοντας
- καθιερώνω
- καθιερωτής
- καθοδική
- κάθοδος
- καθολική
- καθολικό
- καθόλικος
- καθολικότης
- κάθονται πάνω
- και αντιστρόφως
- και πολυέλαιοι ξύλινοι
- και χάλυβα
- καΐκι
- καινοζωϊκού
- καίσαρας
- καισαρική
- καισαρική τομή
- καισαρική τομή
- καίσιο
- κακάο
- κακάο
- κακαρίζω
- κακής ποιότητος
- κακόβουλη
- κακοφωνία
- κάκτοι
- κάκτοι
- κάκτος
- καλάθι αγορών
- καλάμια
- καλαμίνα
- καλάμου
- καλαμποκάλευρο
- καλαμπόκι
- κάλαντα
- κάλαντα
- κάλβερ
- καλβινιστική
- Translate.com
- Dictionaries
- Greek-English
- cleansed - calvinist