Dictionary
Greek - English
Greek-English Translations Between chiselling - campania (Letter “C”)
- καλέμισμα
- καλέντουλα
- καληδονία
- κάλι
- καλίν
- καλλιγραφία
- καλλιγραφία
- καλλιγραφικά
- καλλιγράφος
- καλλιέργεια
- καλλιέργεια
- καλλιέργεια
- καλλιεργείται
- καλλιεργημένα
- καλλιεργήσιμη
- καλλιεργήσιμων
- καλλιεργήσιμων
- καλλιεργητής
- καλλιεργούν
- καλλιόπη
- καλλυντικά
- καλλυντική
- καλμί
- καλομέλανος
- καλόπιασμα
- κάλος
- καλοτυπία
- καλούντος
- καλύβης
- κάλυκα
- κάλυκα
- κάλυκα
- κάλυμμα
- καλυμμένος
- καλυψώ
- καλώδιο
- καλώδιο
- καλωδιωμένοι
- καλωδίωση
- καμαριέρα
- καμβά
- κάμβρια
- καμέλια
- κάμελοτ
- καμένος λοξοτομή
- καμέο
- καμήλα
- καμινάδα
- καμινάδες και καπνοσυλλέκτες
- καμπανία
- Translate.com
- Dictionaries
- Greek-English
- chiselling - campania