Dictionary
            Greek - English
                
                                
                
                    Greek-English Translations Between career - castor (Letter “C”)
                
            
        - καριέρα
 - καρικατούρα
 - καριμπού
 - καρκινοειδές
 - καρκινοειδή
 - καρκίνωμα
 - καρλ
 - καρλότ
 - καρµινικό
 - καρμπονάροι
 - καρμπόνε
 - καρμπυρατέρ
 - καρναβάλι
 - καρνάγιο
 - κάρνεϊ
 - κάρολ
 - καρολίνιο
 - κάρος
 - καροτίνη
 - καρότο
 - καρπάθια
 - καρπική
 - καρπού
 - καρπόφυλλο
 - κάρτα
 - κάρτερ
 - καρτεσιανισμού
 - καρτεσιανό
 - καρυάτιδα
 - καρυάτιδες
 - καρυάτιδες
 - καρύκευμα
 - καρφί
 - καρχηδονίων
 - καρώ
 - καρωτίδας
 - κασέτα
 - κασετίνα
 - κάσιους
 - κασμίρι
 - κασμίρι
 - κασσιόπη
 - κασσιτερίτης
 - κάστα
 - καστανιέτα
 - καστανιέτες
 - κάστανο
 - καστελλανίας
 - καστιλιάνικα
 - καστορέλαιο
 
- Translate.com
 - Dictionaries
 - Greek-English
 - career - castor