Dictionary
Greek - English
Greek-English Translations Between believable - breezy (Letter “B”)
- αληθοφανής
- αλήτης
- αλλά
- αλλοιωμένες
- άλμη
- αλμυρότητα
- αμαθής
- αμαύρωση
- αμβλύ
- αμβλυμένες
- άμβλυνση
- άμεμπτα
- άμεμπτος
- αμηχανία
- αμηχανία
- αμμοστρωτική μηχανή
- άμορφη μάζα
- άμυαλος
- αμφίκοιλο
- αμφίκυρτα
- ανά διετία
- ανά διετία
- αναβαθμίδα
- αναβοσβήνει
- αναβοσβήνει
- ανάδευση
- αναδευτήρας
- αναδρομικά
- αναζήτηση
- αναίδεια
- αναίμακτη
- ανακατωσούρα
- αναλωσίμων
- αναμειγνύονται
- ανάμειξη
- αναμένατε
- αναμίχθηκε
- αναπαραγωγής
- αναπήδησε
- αναπήδηση
- αναπνέει
- αναπνέουν
- αναπνέω
- αναπνοή
- αναπνοή
- ανατινάξεις
- αναφαίρετο δικαίωμα
- αναχρονιστικός
- ανεβαίνει
- ανεμοδαρμένο
- Translate.com
- Dictionaries
- Greek-English
- believable - breezy