Dictionary
Greek - English
Greek-English Translations Between age - absterge (Letter “A”)
- ηλικία
- ηλικίας
- ημερήσια διάταξη
- ηνίοχος
- ηπήνεμο
- ήρθαν να παρακολουθήσουν
- ηρνειτο
- ήταν
- θα
- θα
- θα εφοδιάσουν
- θαύμαζα
- θαυμάζοντας
- θαυμάζω
- θαύμασα
- θαυμασμό
- θαυμαστής
- θεί
- θεία
- θεία
- θειού
- θέλγητρο
- θεματικός
- θερινούς
- θετικοί απέναντι σε
- θέτονταν
- θετών
- θεωρείται ότι
- θηλαία άλως
- θηριωδίες
- θλίψη
- θορυβηθεί
- θυγατρικών
- θυμωμένα
- θυμωμένος
- θωρακισμένο
- ιδεολογικός
- ιδιότυπος
- ιεράς αρχιεπισκοπής
- ικανότητα
- ικανότητες
- ικεσία
- ιλύος
- ίνες αμιάντου
- ινώδους
- ισχυριζόμενος
- ισχυρισμός
- ιώβειο
- καβάλα, καβαλικευτά
- καθαρίζω
- Translate.com
- Dictionaries
- Greek-English
- age - absterge