Dictionary
            Greek - English
                
                                
                
                    Greek-English Translations Between accident - autochthon (Letter “A”)
                
            
        - ατύχημα
 - αυγουστινιανικός
 - αυγουστίνος
 - αυγούστου
 - αυθαιρεσία
 - αυθαίρετα
 - αυθαίρετη
 - αυθεντικά
 - αυθεντικό
 - αυθεντικότητα
 - αύλακας
 - αυξάνοντας την
 - αύξησε την
 - αυξητικά
 - αυξητικά
 - αυξητική
 - αυξητική
 - αύξουσα
 - αύρα
 - αυρηλιανός
 - αυστηρά
 - αυστραλιανή
 - αυστριακή
 - αυταπάρνηση
 - αυταρχικό
 - αυτές
 - αυτιού της θάλασσας
 - αυτοβιογραφία
 - αυτοβιογραφίες
 - αυτοβιογραφικό
 - αυτοβιογραφικός
 - αυτογραφικό
 - αυτόγραφο
 - αυτοδίδακτος
 - αυτοκέφαλη
 - αυτοκρατορικής
 - αυτοκυριαρχία
 - αυτόματα
 - αυτόματη
 - αυτοματισμός
 - αυτόματο
 - αυτομάτων
 - αυτόνομη
 - αυτόνομη
 - αυτονομία
 - αυτοτέλειας των χρήσεων
 - αυτουργός
 - αυτοφυείς
 - αυτόχθονες
 - αυτόχθονες
 
- Translate.com
 - Dictionaries
 - Greek-English
 - accident - autochthon